Γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό είναι οι ήρωες της εποχής μας. Με αφοσίωση, υπερπροσπάθεια, σθένος και ατέλειωτες ώρες στο καθήκον. Στην πρώτη γραμμή, μακριά από την ασφάλεια των σπιτιών τους, ανέλαβαν να φροντίσουν για τη ζωή και την υγεία μας. Οι συγκλονιστικές μαρτυρίες τους από το νοσοκομείο Ευαγγελισμός δείχνουν το ανθρώπινο πρόσωπο πίσω από τις προστατευτικές μάσκες. Από τη Φανή Πλατσατούρα

Ο Ευαγγελισμός αυτήν τη στιγμή χωρίζεται στους «ασθενείς με COVID-19» και «στους άλλους». Γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό είναι οι ήρωες με τις μάσκες. Στον έκτο όροφο του νοσοκομείου δίνεται η καθοριστική μάχη. Μόνο που, μέχρι στιγμής, γνωρίζουμε ελάχιστα για τον εχθρό. Το γεγονός ότι είναι απρόβλεπτος και ιδιαίτερα μολυσματικός κάνει το έργο του υγειονομικού επιτελείου ακόμα πιο δύσκολο. Στο τέλος κάποιου διαδρόμου, μια νοσοκόμα μονολογεί «θα περάσει κι αυτό». Ποτέ άλλοτε δεν είχαμε τόσο ανάγκη από ένα θαύμα! Μέχρι να βρεθεί αποτελεσματικό φάρμακο και εμβόλιο, τα μόνα θαύματα γίνονται από τους καθημερινούς ανθρώπους που έρχονται αντιμέτωποι με τις πιο αντίξοες συνθήκες και που καταβάλλουν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να βρουν τη λύση. Μιλήσαμε με δέκα από αυτούς και καταγράψαμε μαρτυρίες που αποκαλύπτουν την πίστη, την αφοσίωση και την αισιοδοξία τους, πολύτιμους συμμάχους για να αντισταθμίσουν το κόστος που έχει η αναμέτρηση με μια πραγματικότητα συχνά ζοφερή.

Αναστάσιος Γρηγορόπουλος, Διοικητής Ευαγγελισμού

«Ο Ευαγγελισµός θυµίζει, πλέον, άλλο νοσοκοµείο»

«∆είξαµε τα απαραίτητα αντανακλαστικά από την αρχή. Ίσως είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα αναδείχθηκε µε θετικό πρόσηµο σε κάτι έναντι των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών. Στον Ευαγγελισµό έχουµε τον µεγαλύτερο αριθµό προσωπικού -κοντά στις 3.000 άτοµα- και κανένας δεν έχει βγει θετικός στον ιό µέχρι σήµερα. Αυτό σηµαίνει ότι πάρθηκαν εγκαίρως όλα τα µέτρα προστασίας. Επίσης, σε χρόνο ρεκόρ, περίπου δύο εβδοµάδων, ήρθαν στον Ευαγγελισµό 150 νέοι νοσηλευτές και 40-50 γιατροί. Εκ του αποτελέσµατος, φαίνεται ότι το Σύστηµα Υγείας λειτούργησε σωστά.

Παρότι βρισκόµαστε χρόνια στον χώρο της Υγείας, είναι και για εµάς πρωτόγνωρα όσα ζούµε. Όταν άρχισαν να αυξάνονται τα θετικά κρούσµατα και να προσέρχονται κατά δεκάδες στο νοσοκοµείο, χρειάστηκε να αναπροσαρµόσουµε ολόκληρο τον σχεδιασµό µέσα σε διάστηµα µίας ή δύο ωρών. ∆ιαχωρίσαµε τα περιστατικά, αλλάξαµε τον τρόπο εφηµερίας και δεν κρύβω ότι ζήσαµε στιγµές πραγµατικής αγωνίας. Εκείνες τις ώρες, όµως, δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς πολλά. Είσαι στο πεδίο της µάχης και κάνεις το καλύτερο που µπορείς. Εκ των υστέρων, συνειδητοποιείς πόσο δύσκολες ήταν αυτές οι στιγµές.

Ο Ευαγγελισµός θυµίζει, πλέον, άλλο νοσοκοµείο. Ήδη σχεδιάζουµε το επόµενο βήµα και οφείλω να πω ότι το έργο µας από εδώ και πέρα γίνεται ακόµη πιο απαιτητικό, καθώς µε την ελαχιστοποίηση των µέτρων θα αρχίσει να αυξάνεται η κίνηση στο νοσοκοµείο και θα είναι ακόµη πιο δύσκολη η διαχείριση και η διακίνηση περιστατικών που θα χαρακτηρίζονται ως ύποπτα για COVID-19. Το επόµενο διάστηµα, περιµένουµε µια αύξηση 50% στον αριθµό των ανθρώπων που θα προσέρχονται στη Γενική Εφηµερία. Επιπλέον, θα πρέπει να ξεκινήσουν και τα Τακτικά Ιατρεία, καθώς και τα χειρουργεία. Και φυσικά, θα πρέπει να προετοιµαστούµε κατάλληλα για το δεύτερο κύµα του ιού, που ενδεχοµένως να υπάρξει γύρω στον Οκτώβριο µε Νοέµβριο. Ας ελπίσουµε ότι µέχρι τότε θα έχει βρεθεί το φάρµακο. Αυτήν τη στιγµή, υπάρχουν 64 κρεβάτια στον Ευαγγελισµό τα οποία είναι για χρήση ασθενών µε COVID-19.

Η εικόνα του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού είναι πραγµατικά συγκινητική. Βλέποντάς τους, µόνο θαυµασµό µπορώ να αισθανθώ γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Έχουν ξεπεράσει τους εαυτούς τους. Σε προσωπικό επίπεδο, φοράω τη µάσκα προστασίας και στη µία ώρα πάνω νιώθω δυσφορία. Η αίσθηση είναι ενοχλητική. Φανταστείτε πώς νιώθουν αυτοί οι άνθρωποι που, πέρα από τη µάσκα, φορούν γυαλιά, διπλά γάντια, αδιάβροχες στολές, ειδικά ποδονάρια και δουλεύουν τουλάχιστον για ένα οχτάωρο µε όλη αυτή την εξάρτυση.

Βρίσκοµαι καθηµερινά στο νοσοκοµείο από τις οχτώ το πρωί και πολλές φορές µέχρι τις 12 ή 1 το ξηµέρωµα. Προσπαθώ να επισκέπτοµαι αρκετά συχνά τις ΜΕΘ για να δώσω µια ηθική συµπαράσταση σε αυτούς τους ανθρώπους, είναι το λιγότερο που µπορώ να κάνω αυτήν τη στιγµή. Πέρα από το προσωπικό, θα ήθελα να πω ένα τεράστιο “Ευχαριστώ” στον κόσµο που µας έχει συµπαρασταθεί πραγµατικά µε τις δωρεές του, σε όλα τα επίπεδα. Καθηµερινά, καταφθάνουν στο νοσοκοµείο συσκευασµένα φαγητά, κυρίως από ανθρώπους που δουλεύουν σε χώρους εστίασης οι οποίοι παραµένουν κλειστοί. Κάποιοι προσφέρουν ακόµη και διαµερίσµατα για να µένει όλο αυτό το διάστηµα το προσωπικό του Ευαγγελισµού».

∆ηµήτρης Πιστόλας, Διευθυντής της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας του Ευαγγελισμού

«Είµαστε µαθηµένοι στα δύσκολα»

«Mε αυτόν τον ιό είναι κάπως διαφορετικά τα πράγµατα. Οι ασθενείς δεν µπορούν να κοιτάξουν στα µάτια τον γιατρό ή τον νοσηλευτή. Βλέπουν µπροστά τους έναν άνθρωπο ντυµένο από πάνω έως κάτω µε την ειδική στολή, µε αποτέλεσµα να µην µπορούν να ξεχωρίσουν ούτε το χρώµα των µατιών µας. ∆εν βλέπουν τις εκφράσεις µας, τη συµπάθεια στα πρόσωπά µας, τα συναισθήµατά µας. Μας αναγνωρίζουν µόνο από τη φωνή. Και εµείς από την πλευρά µας δεν µπορούµε να τους αγγίξουµε και να τους δώσουµε λίγο κουράγιο. Αυτό είναι κάτι πρωτόγνωρο, ένας καινούργιος τρόπος επικοινωνίας.

Βγαίνοντας έξω από τα δωµάτια, προσπαθούµε να βγάλουµε µια φωτογραφία µε κινητά και tablets για να τους δείξουµε ποιοι είµαστε. Να µπορέσει ο ασθενής να δει τα πρόσωπά µας. Ποιος είναι ο γιατρός του και ποιος ο νοσηλευτής του. Άλλες φορές, γράφουµε τα ονόµατά µας πάνω στις ρόµπες.

Οι συγγενείς των ασθενών µάς καλούν στο τηλέφωνο καθηµερινά. Τους δίνουµε κουράγιο, εξηγώντας παράλληλα την κατάσταση του δικού τους ανθρώπου. Από τη µια θέλουµε να τους εµψυχώσουµε και από την άλλη να τους µεταφέρουµε τις σωστές πληροφορίες. Γιατί οι ισορροπίες είναι λεπτές και όλοι κρέµονται από µία λέξη. Έχω δει νοσηλευτές να βάζουν ακόµη και τα κλάµατα µιλώντας µε τους συγγενείς των ασθενών. Από ένα σηµείο και µετά, τους αισθάνονται δικούς τους ανθρώπους. “Να του δώσεις χαιρετισµούς, να του πεις ότι τον σκεφτόµαστε, προσευχόµαστε για εκείνον και τον περιµένουµε να γυρίσει στο σπίτι” είναι κάποια από τα λόγια που ζητούν να µεταφέρουµε στους νοσηλευόµενους.

Ο χώρος έχει χωριστεί σε δύο διαδρόµους. Ο “κίτρινος διάδροµος” είναι αυτός µε τα ύποπτα κρούσµατα και ο “κόκκινος διάδροµος” µε τα επιβεβαιωµένα περιστατικά COVID-19. Ευτυχώς, δεν έχει νοσήσει κανένας από το προσωπικό και αυτό σηµαίνει, αν µη τι άλλο, ότι τηρούµε όλα τα απαραίτητα µέτρα ασφαλείας. Αν κάποιος εργαζόµενος αισθανθεί πονόλαιµο, βήχα ή πυρετό, αναφέρει αµέσως τα συµπτώµατα στην ειδική ιατρό, εκείνη παίρνει το ιστορικό του και εφόσον κριθεί απαραίτητο ο εργαζόµενος µπαίνει σε ολιγοήµερη καραντίνα. Όταν παρθεί το δείγµα και βεβαιωθούµε ότι είναι αρνητικός, επανέρχεται στην εργασία του.

Ως διευθυντής Νοσηλευτικής, σας λέω ειλικρινά ότι κανένας από το προσωπικό δεν λύγισε µέχρι σήµερα. Κουράστηκαν, αγανάκτησαν, φώναξαν, αλλά έχουν συνηθίσει να εργάζονται υπό αντίξοες συνθήκες. Είναι κάτι άγνωστο αυτό που αντιµετωπίζουµε, αλλά είµαστε µαθηµένοι στα δύσκολα. Έχουµε δώσει τη ζωή µας για τους ασθενείς και συνεχίζουµε να τη δίνουµε, γιατί σκεφτόµαστε ότι στη θέση αυτών των ανθρώπων µπορεί να ήταν οι γονείς µας, τα αδέρφια µας, τα παιδιά µας. Προσωπικά, έχω χάσει τον ύπνο µου. Υπάρχουν βράδια που ξυπνάω περασµένες τρεις ή τέσσερις, σκεφτόµενος την “επόµενη µέρα”. Η καλύτερη ανταµοιβή είναι όταν αυτοί οι άνθρωποι γίνονται καλά και βλέπεις να σου χαµογελούν φεύγοντας από τη Μονάδα. Αυτό το χαµόγελο τα λέει όλα. ∆εν χρειάζεσαι τίποτα άλλο εκείνη τη στιγµή. Μιλούν τα µάτια».

Ευάγγελος Μπαλής, Πνευμονολόγος – εντατικολόγος, υπεύθυνος της Κλινικής COVID-19 του Ευαγγελισμού

«Όταν τελειώσουν όλα, θέλω να πάρω µια µεγάλη αγκαλιά τον γιο µου»

«Οι ασθενείς µάς µιλούν για τα οικογενειακά προβλήµατα και τις αγωνίες τους – τις βιώνουµε κι εµείς µαζί τους. Θέλουν να τα βγάλουν από µέσα τους κι αυτό, κατά κάποιον τρόπο, τους ανακουφίζει. ∆εν θα ξεχάσω την ιστορία µιας οικογένειας, µε τη µητέρα και τον πατέρα να έχουν νοσήσει από COVID-19. Ο πατέρας, βαριά άρρωστος, παρέµενε στο σπίτι και περίµενε να γυρίσει η µητέρα από το νοσοκοµείο για να νοσηλευθεί ο ίδιος. ∆υστυχώς, δεν είχαν κάπου να αφήσουν τα παιδιά. Οι παππούδες δεν µπορούσαν να βοηθήσουν παίρνοντας τα εγγόνια, καθώς δυνητικά θα µπορούσαν να τους µολύνουν. Αυτό πραγµατικά είναι ένα κοινωνικό πρόβληµα και προσπαθούµε και εµείς ως γιατροί να βρούµε λύση. Από το τηλέφωνο κάναµε ό,τι καλύτερο µπορούσαµε για να υποστηρίξουµε ψυχολογικά τη σύζυγο. Ευτυχώς, αυτή η γυναίκα δεν χρειάστηκε να νοσηλευθεί ξανά, καθώς δεν θα είχε πού να αφήσει τα δυο της παιδιά.

Πολλοί γιατροί και νοσηλευτές έχουµε αποµακρυνθεί από τα σπίτια µας για να µη θέσουµε σε κίνδυνο τις οικογένειές µας, στις οποίες υπάρχουν ευπαθείς οµάδες. Ανήκω σε αυτούς. Μένω πλέον µόνος µου, σε άλλο σπίτι. Ευτυχώς, η τεχνολογία βοηθά στην επικοινωνία. Έχω έναν γιο πεντέµισι χρονών και βρισκόµαστε µόνο τα Σαββατοκύριακα, στο πάρκο, από απόσταση. Καµιά φορά ξεχνιέµαι, πάω να τον πλησιάσω και µε σταµατά ο ίδιος λέγοντάς µου: “Μπαµπά, πρόσεχε”.

Ψυχολογικά, µας έχει εξαντλήσει αυτή η κατάσταση. Τους γονείς µας για παράδειγµα δεν τους βλέπει σχεδόν κανένας µας. Μονάχα τους αφήνουµε τα ψώνια έξω από το σπίτι. Και ο περισσότερος κόσµος, όµως, µας κοιτά λίγο επιφυλακτικά όταν λέµε ότι είµαστε γιατροί στον Ευαγγελισµό. Κανείς δεν θέλει αυτό το διάστηµα να συναναστραφεί µε ανθρώπους που δουλεύουν στα νοσοκοµεία. Προσπαθούµε βέβαια κι εµείς να κρατάµε τις απαραίτητες αποστάσεις για να µη βάλουµε κάποιον σε κίνδυνο και να µην φέρουµε κανέναν σε δύσκολη θέση.

Ο γιος µου δυσκολεύεται να αποδεχτεί την κατάσταση. Το βλέπεις στα µάτια του. Μιλάµε και στα καλά καθούµενα µπορεί να µε ρωτήσει: “Γιατί δεν έρχεσαι λιγάκι µαζί µας;”. Πριν από λίγες µέρες, µου είπε: “Μπαµπά, αν δεν ήσουν γιατρός, τώρα θα ήσουν εδώ”. Σκληρό αυτό να το ακούς! Θέλω να τελειώσουν όλα και να τον πάρω µια µεγάλη αγκαλιά».

Γιάννης Καλοµενίδης, Aναπληρωτής καθηγητής Πνευμονολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ, υπεύθυνος της κλινικής COVID-19 του Ευαγγελισμού

«Τι θα φέρει η επόµενη µέρα»

«∆εν µπορούµε να προβλέψουµε τι θα επακολουθήσει µετά τη χαλάρωση των µέτρων, γιατί δεν υπάρχει προηγούµενη εµπειρία. Στην Ελλάδα, ακριβώς λόγω της επιτυχίας του εγχειρήµατος να αποφευχθεί η διασπορά στο πρώιµο στάδιο, έχουµε πληθυσµό ο οποίος έχει µολυνθεί αλλά δεν έχει κολλήσει άλλους. Από την άλλη, έχουµε πολύ χαµηλά ποσοστά ανοσίας και αυτό µας καθιστά πιο ευάλωτους το επόµενο διάστηµα, όταν επανέλθουµε στην κανονικότητα.

Οι πιο κρίσιµες εστίες µόλυνσης παραµένουν αυτές που οι άνθρωποι συγχρωτίζονται και έχουν στοιχεία κλειστής κοινότητας. Αναφέροµαι ιδίως σε καταυλισµούς Ροµά, κέντρα φιλοξενίας προσφύγων, φυλακές, κλειστά ιδρύµατα, πιθανώς ακόµη και στον Στρατό. Εκεί λοιπόν πρέπει κάποιος να στρέψει την προσοχή του το επόµενο διάστηµα. Η Καστοριά και η δυτική Κοζάνη είναι χαρακτηριστικές περιπτώσεις αποτυχίας του συστήµατος επιτήρησης και του τι δεν πρέπει να γίνει για να µη βρεθούµε πάλι στον µονόδροµο να επιβάλουµε γενικευµένους αποκλεισµούς και καραντίνες.

Ως γιατροί, ζούµε µια εµπειρία η οποία µε πολλούς τρόπους είναι πρωτόγνωρη. Πλέον, µιλάµε για µια νέα εποχή στην ιατρική. Ο τρόπος που θα εργαζόµαστε τον επόµενο έναν ή τα επόµενα δύο χρόνια, πραγµατικά, είναι πάρα πολύ αµήχανος. Σκεφτείτε πως τα νοσοκοµεία θα πρέπει να αρχίσουν και πάλι να λειτουργούν κανονικά και, παράλληλα, να οργανωθούν κατάλληλα για την αποµόνωση των ασθενών µε COVID-19. Αυτό είναι πρόκληση για τον καθέναν από εµάς, ατοµικά, αλλά και συνολικά για τους διοργανωτές του Συστήµατος Υγείας. Σε αυξανόµενο αριθµό ασθενών µε COVID-19, πρέπει να υιοθετήσουµε τη µόνιµη χρήση µέτρων προστασίας. Από εδώ και πέρα, κάθε κέντρο Υγείας οφείλει να διαθέτει ειδικά διαµορφωµένο χώρο ώστε να µπορούν να αποµονώνονται όσοι έχουν το νόσηµα – ή την υποψία νοσήµατος. Και αυτό µπορεί να απαιτεί νέες ογκώδεις εγκαταστάσεις. Με δυο λόγια, η επόµενη µέρα είναι εντελώς αβέβαιη και ακόµα πιο αγχωτική από την προηγούµενη.

Ακόµη δεν ξέρουµε πολλά πράγµατα γύρω από αυτόν τον ιό. ∆εν είναι ξεκάθαρο, για παράδειγµα, σε ποιον βαθµό περνώντας η µόλυνση αφήνει πίσω της ανοσία και πόσο καιρό κρατά η ανοσία αυτή – άρα, ουσιαστικά, τι έχουµε να περιµένουµε αναφορικά µε τις αντοχές του πληθυσµού σε ένα νέο κύµα. ∆εν ξέρουµε ακόµη αν κάποιος που έχει περάσει τον ιό αυτόν µπορεί να ξανακολλήσει στο άµεσο µέλλον. Εικάζουµε πως για ένα διάστηµα όχι, αλλά δεν είµαστε σε θέση να γνωρίζουµε ποιο είναι ακριβώς αυτό το διάστηµα. Άλλο ένα µεγάλο ζήτηµα είναι πόσο γρήγορα µεταλλάσσεται αυτός ο ιός και µε ποιον τρόπο. Επίσης, δεν µπορούµε να γνωρίζουµε πόσο καιρό µετά τη µόλυνση παραµένει κάποιος µολυσµατικός. Από τα στοιχεία που έχουµε µέχρι στιγµής στη διάθεσή µας εικάζεται ότι µετά τις 20 µέρες ή έναν µήνα, πρακτικά, οι ασθενείς δεν µεταδίδουν πλέον τον ιό, αλλά υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. Τέλος, δεν είναι βέβαιο σε ποιο βαθµό θα καταλαγιάσει ο ιός το καλοκαίρι. Υπάρχει η υπόθεση ότι η ζέστη θα παίξει κάποιο ρόλο, αλλά αυτό µένει να αποδειχτεί. Μακάρι τα πράγµατα να µην είναι τόσο σοβαρά και να µας επιτραπεί φέτος να πάµε διακοπές. Για την ώρα, οι άδειές µας έχουν ανασταλεί και η ιδέα ότι θα φύγουµε κάποιες µέρες το καλοκαίρι είναι µια παρηγοριά.

Σε ό,τι αφορά την αντιµετώπιση του ιού, οι πρώτες διεθνείς οδηγίες που έχουµε δεν συνιστούν κανένα φάρµακο. Άρα, οι θεραπείες που µπορεί κάποιος να δώσει είναι υποστηρικτικές. Ουσιαστικά, παραπάνω οξυγόνο και αν χρειαστεί µηχανική υποστήριξη. Από εκεί και πέρα, χορηγούµε διάφορες ουσίες που συνιστούν οι εθνικές οδηγίες και µπορεί να βοηθήσουν κάποιους ασθενείς χωρίς να είναι σοβαρά τοξικές. Αυτές τις ουσίες τις συναντάµε στη θεραπεία της ελονοσίας και σε συνηθισµένα αντιβιοτικά που χορηγούµε στις λοιµώξεις του αναπνευστικού, αλλά η αποτελεσµατικότητά τους είναι εντελώς αµφισβητούµενη. Υπάρχει ωστόσο µια ελπιδοφόρα διεθνής µελέτη που κάνει λόγο για ένα αντιικό φάρµακο το οποίο έχει χορηγηθεί σε ασθενείς µε Έµπολα στο παρελθόν και ίσως µπορεί να φανεί χρήσιµο και σε ασθενείς µε κορονοϊό. Αναµένουµε τα τελικά αποτελέσµατα».

Χρήστος Νικολαΐδης, Γενικός χειρουργός στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) του Ευαγγελισμού

«Οι ασθενείς ζητούν τους δικούς τους ανθρώπους. Γινόµαστε εµείς η µάνα, ο πατέρας, το παιδί τους»

«Κατά 60% µε 70%, δεχόµαστε πλέον περιστατικά που είναι ύποπτα για COVID-19. Προχτές, έτυχε στα Επείγοντα κύριος θετικός στον κορονοϊό, ο οποίος ήθελε να φύγει διότι χρειάστηκε να περιµένει 20 λεπτά µέχρι να κάνει τις απαραίτητες εξετάσεις. Εκείνη την ώρα, έπρεπε να αφήσω άλλα περιστατικά και να του αφιερώσω αρκετό χρόνο για να τον βοηθήσω να ηρεµήσει. Γενικά, καλούµαστε να κάνουµε πράγµατα που δεν είχαµε αντιµετωπίσει ξανά στο παρελθόν. Οι ασθενείς δικαιολογηµένα φοβούνται για τη ζωή τους. Αυτό που µας ρωτούν συνέχεια είναι “Θα ζήσω;”. Καταλαβαίνετε πως είναι κάτι που δεν µπορούµε να το απαντήσουµε µε βεβαιότητα. Προσπαθούµε να τους δώσουµε δύναµη για να αντέξουν όλη αυτή τη διαδικασία. ∆εν θα κρύψω ότι και εµείς φοβόµαστε. Τις πρώτες εβδοµάδες, επέστρεφα στο σπίτι, άυπνος και ταλαιπωρηµένος, και σκεφτόµουν “τώρα να αγκαλιάσω το παιδί µου;”. Πώς να εξηγήσεις σε ένα πεντάχρονο γιατί δεν µπορείς να το κρατήσεις στα χέρια; Όλη η καθηµερινότητά µας έχει αλλάξει! Για παράδειγµα, εκεί που άφηνα τα ρούχα στο δωµάτιο, τώρα πρέπει να τα βγάζω στο µπαλκόνι. Αντί για την παπουτσοθήκη, τα παπούτσια µπαίνουν πλέον στη χλωρίνη. Όλες οι πετσέτες είναι µίας χρήσεως. Προσπαθώ να τηρώ τα µέτρα ασφαλείας για να µην κινδυνεύσει η οικογένειά µου. Κάτι που µάλλον θα συνεχίσω να κάνω για όλο το υπόλοιπο της ζωής µου.

Στο νοσοκοµείο οι ασθενείς ζητούν τους δικούς τους ανθρώπους. Γινόµαστε εµείς η µάνα, ο πατέρας, το παιδί τους! Τους φροντίζουµε και προσπαθούµε να τους προσφέρουµε ό,τι χρειάζονται. Αυτόν τον δύσκολο µήνα, είχα τέσσερις νύχτες εφηµερία. Οι εφηµερίες είναι από οχτώ έως δώδεκα ή και δεκαέξι ώρες, ανάλογα µέχρι πόσο µπορεί να αντέξει ο καθένας. Συνήθως, το 12ωρο είναι σίγουρο! Υπάρχουν συνάδελφοι που δουλεύουν ακόµα και 36 συνεχόµενες ώρες.

Χρειάζεσαι µισή ώρα για να βγάλεις την ειδική στολή προστασίας. Τα διπλά γάντια, τα ποδονάρια, τη µάσκα. Μια ολόκληρη διαδικασία, για την οποία µας έχουν εκπαιδεύσει κατάλληλα. Ύστερα, το υλικό πηγαίνει στα λοιµώδη, όπου και πετιέται απευθείας. ∆εν µπορείς να αντέξεις περισσότερες από δύο ώρες φορώντας όλον αυτόν τον εξοπλισµό. Τα ειδικά γυαλιά θαµπώνουν και ιδρώνεις ολόκληρος. Φυσικά, υπάρχουν και τα σηµάδια στο πρόσωπο από τις µάσκες. Αν θέλεις να ξεκουραστείς λίγο, να πιεις µια γουλιά νερό ή να µιλήσεις στο τηλέφωνο µε τους δικούς σου ανθρώπους, πρέπει πρώτα να βγάλεις τη στολή προστασίας, κάτι που είναι αρκετά χρονοβόρο και δυσκολεύει τη δουλειά µας. Συνεχίζουµε, όµως, και προσπαθούµε για το καλύτερο δυνατόν.

Αυτό που µου λείπει από την καθηµερινότητά µου σήµερα είναι η ελευθερία. Να ξέρω ότι στο τέλος της µέρας µπορώ να πάρω την οικογένειά µου και να πιούµε έναν καφέ έξω ή να πάµε µια βόλτα στη θάλασσα. Απλά πράγµατα δηλαδή, που δεν µπορούµε να κάνουµε ακόµα».

Σταυρούλα ∆ασκαλοπούλου, Eιδικευόμενη Παθολογίας στο Ε΄ Παθολογικό – Μονάδα Ειδικών Λοιμώξεων του Ευαγγελισμού

«Έχουµε γεµίσει σηµάδια. Πλέον, αυτό είναι το αληθινό µας πρόσωπο»

«Ακούγαµε τι γίνεται στην Αγγλία, την Κίνα, την Ισπανία, οπότε και εµείς περιµέναµε ότι ανά πάσα στιγµή τα πράγµατα µπορεί να µην πάνε καλά. Η αλήθεια είναι πως ήµασταν έτοιµοι για χειρότερες καταστάσεις, οι οποίες προς το παρόν ευτυχώς αποφεύχθηκαν. ∆εν φανταζόµασταν ότι θα δείξουν τέτοια συνέπεια οι Έλληνες.

Τέλη Μαρτίου, µέσα σε λίγες µέρες, κληθήκαµε να οργανωθούµε για την COVID-19. Πραγµατικά, σε δυο-τρεις µέρες είχαµε ανταποκριθεί στα πάντα. ∆εν χάσαµε χρόνο, αλλά χάσαµε τον ύπνο µας. Ανησυχούσαµε µήπως ξεφύγει η κατάσταση από τη µια στιγµή στην άλλη.

Οι εφηµερίες ήταν δύσκολες, υπήρχαν αυξηµένες απαιτήσεις και πολλά περιστατικά που θεωρούνταν ύποπτα. Βλέπαµε νέους ανθρώπους, 45 ή 50 χρονών, να χρειάζεται να διασωληνωθούν χωρίς να έχουν υποκείµενα νοσήµατα. Προσπαθούσαµε να είµαστε έτοιµοι σε περίπτωση που κάτι στραβώσει.

Σίγουρα για τον καθέναν από εµάς υπάρχει µια ιστορία ασθενούς που µας συγκίνησε. Για µένα ήταν µεγάλη η συγκίνηση όταν άκουσα “Ευχαριστώ” από έναν ασθενή την ώρα που ετοιµαζόταν για το εξιτήριο. Για πρώτη φορά µε είδε µε µια πιο απλή µάσκα και όχι ντυµένη µε όλο τον εξοπλισµό. “Για πρώτη φορά βλέπω τα µάτια και το πρόσωπό σας. Ώστε εσείς είστε;” µου είπε. Η αλήθεια είναι ότι εµείς ως γιατροί δεν ακούµε συχνά τη λέξη “Ευχαριστώ” από τους συνοδούς, τους συγγενείς και τους ίδιους τους ασθενείς.

Έχουµε γεµίσει σηµάδια από τη µάσκα. Πλέον, αυτό είναι το αληθινό µας πρόσωπο. Καθηµερινά, ο ένας ελέγχει τον άλλον αν φοράµε σωστά τη στολή. Υπήρξαν φορές που χρειάστηκε να κάνουµε κάτι πιο επεµβατικό µε αποτέλεσµα να σκιστεί ένα γάντι ή να φύγει η µάσκα. Σε αυτή την περίπτωση, περίµενε έξω από το δωµάτιο άλλος συνάδελφος και έµπαινε µέσα για να βοηθήσει.

Εύχοµαι να µην υπάρξει δεύτερος κύκλος µολύνσεων τους επόµενους µήνες. Έχω να δω τους γονείς µου από τις αρχές Μαρτίου και θα ήθελα να τους συναντήσω ξανά σύντοµα».

Γιώργος Μαστοράκης, Yπεύθυνος νοσηλευτής, προϊστάμενος ΜΕΘ 4

«Δεν έχουµε το δικαίωµα να φοβηθούµε ή να λιγοψυχήσουµε»

«Μας χαρακτηρίζουν “ήρωες” και “σωτήρες”, αλλά δεν αισθανόµαστε έτσι. Είµαστε επαγγελµατίες Υγείας και οφείλουµε να κάνουµε σωστά τη δουλειά µας. Όταν υπάρχουν συνάνθρωποί µας που νοσούν, δεν έχουµε το δικαίωµα να φοβηθούµε ή να λιγοψυχήσουµε. Παλεύουµε µε έναν αόρατο εχθρό και σκεφτόµαστε ότι για όλους εµάς, νοσηλευτές και ιατρικό προσωπικό, έχει διαµορφωθεί πλέον µια νέα πραγµατικότητα. Μιλάµε για εντελώς άλλη ποιότητα δουλειάς.

Φυσικά, η κούραση είναι µεγάλη. Υπάρχουν στιγµές που λυγίζουµε. Τις δυο-τρεις πρώτες εβδοµάδες ήµασταν χωρίς ρεπό. Επιστρέφουµε αργά το βράδυ στο σπίτι και το µόνο που θέλουµε είναι να ξεκουραστούµε κάποιες ώρες. Αγγίζουµε µια επιφάνεια και απευθείας σκεφτόµαστε ότι είµαστε µε γυµνά χέρια. Παράλληλα, όσοι δουλεύουµε στον Ευαγγελισµό, έχουµε νιώσει αυτή την περίοδο περίεργα βλέµµατα. Προσωπικά, το δικαιολογώ απόλυτα. Ζω σε µια πολυκατοικία και είναι λογικό οι ένοικοι να θεωρούν ότι µπορώ να µεταφέρω τον ιό ευκολότερα από κάποιον άλλον, λόγω δουλειάς. Κατά τ’ άλλα, µου λείπουν οι φίλοι µου. Ονειρεύοµαι τη στιγµή που όσα ζούµε θα ανήκουν στο παρελθόν και θα µπορώ να βγω έξω να τους συναντήσω χωρίς να σκεφτώ προηγουµένως ότι πρέπει να φορέσω µάσκα.

Στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας που οργάνωσα έχουµε 15 νέες προσλήψεις. Χρειάζεται όµως χρόνος για να εκπαιδευτούν κατάλληλα. Παράλληλα, υπάρχει η σκέψη τι θα γίνει µε τον ιατρικό εξοπλισµό. Αγχωνόµαστε µήπως τελειώσουν τα υλικά. Από τον διευθυντή µέχρι την κυρία της καθαριότητας, δουλεύουµε όλοι οµαδικά. Ποτέ έως τώρα δεν είχαµε τόση εξάρτηση ο ένας από τον άλλον. Αν κάτι δεν προσέξεις εσύ, οφείλω να το προσέξω εγώ, για να καταφέρουµε αυτό που επιθυµούµε, να σώσουµε ζωές.

Οι ασθενείς στις ΜΕΘ είναι διασωληνωµένοι. Ξυπνούν από την καταστολή σε ένα ξένο περιβάλλον. Είναι ανάστατοι και δείχνουν συγχυτική συµπεριφορά. Το πρώτο πράγµα που ζητούν είναι λίγο νερό ή να δουν τους δικούς τους ανθρώπους. Βρισκόµαστε 24 ώρες το 24ωρο µαζί τους. Αυτές τις κρίσιµες στιγµές, υπηρετούµε στην πρώτη γραµµή».

Ευσταθία Καµπισιούλη, Προϊσταμένη Νοσηλευτικής Υπηρεσίας του Ευαγγελισμού, υπεύθυνη Μονάδων Εντατικής Θεραπείας του Ευαγγελισμού, διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής

«Πονάει όλο µας το κορµί από την ένταση και το στρες»

«Εργάζοµαι 25 χρόνια στον Ευαγγελισµό και αυτήν τη στιγµή βλέπω ένα άλλο νοσοκοµείο. Κληθήκαµε σε σύντοµο χρονικό διάστηµα όλοι οι επαγγελµατίες Υγείας να ετοιµάσουµε νέα τµήµατα, να εκπαιδεύσουµε το προσωπικό που ήρθε την τελευταία στιγµή και να αντιµετωπίσουµε καταστάσεις πρωτόγνωρες, έχοντας στο µυαλό µας ότι πρόκειται για µια νόσο ιδιαίτερα µολυσµατική και µεταδοτική. Όλα αυτά µέσα σε καθεστώς έντονου στρες και πίεσης.

Είµαστε αυτοί που κρυφτήκαµε πίσω από τις µάσκες και πλέον αναγνωριζόµαστε µόνο από τα µάτια. Όλοι περιµένουν από εµάς να σταθούµε στο ύψος των περιστάσεων και ξέρετε κάτι; Στεκόµαστε! Σαφώς, όταν αποµακρυνόµαστε από την εργασία µας, ύστερα από οχτώ ή δέκα ώρες, είµαστε ψυχολογικά φορτισµένοι και σωµατικά κατάκοποι. Πονάει όλο µας το κορµί από την ένταση και το στρες, έχουµε αποµονωθεί από τους δικούς µας ανθρώπους, δεν µπορούµε να έχουµε την αγκαλιά ή το χάδι τους. Οι ασθενείς µε COVID-19 νιώθουν µόνοι, αλλά το ίδιο µόνοι, πιστέψτε µας, νιώθουµε και εµείς. Ζούµε σε µια αποµόνωση, γιατί οφείλουµε να προστατέψουµε τους οικείους µας.

Η µεγαλύτερη ικανοποίηση είναι όταν αυτοί οι ασθενείς βγουν υγιείς από το νοσοκοµείο. Τα χαµογελαστά πρόσωπά τους δεν θα τα ξεχάσουµε όσος καιρός και αν περάσει. ∆υστυχώς γι’ αυτούς, ενώ µας ευχαριστούν τόσο πολύ και µας χειροκροτούν, όταν µας συναντήσουν έξω δεν θα µας αναγνωρίσουν. Εµείς θα τους αναγνωρίσουµε, εκείνοι όχι. ∆εν θα ξέρουν ποιον είχαν στο πλευρό τους αυτές τις δύσκολες ώρες. Γιατί κάναµε τη δουλειά µας πίσω από µια µάσκα…

Ελπίζω τουλάχιστον αυτήν τη φορά η κοινωνία, και πρωτίστως το κράτος, να αναγνωρίσει την αξία µας και να δει το έργο που γίνεται στις ΜΕΘ. ∆εν κάνουµε κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι κάναµε κάθε προηγούµενη µέρα. Αλλά έπρεπε να φορέσουµε στολές και σκάφανδρα για να µας δουν».

Αναστασία Κοτανίδου, Kαθηγήτρια Πνευμονολογίας – Εντατικής Θεραπείας ΕΚΠΑ, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας

«Πρέπει να µάθουµε σε έναν νέο τρόπο ζωής»

«Από εδώ και πέρα, γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό θα πρέπει να τα αντιµετωπίζουµε όλα ως µολυσµατικά. Να µάθουµε σε έναν νέο τρόπο ζωής και να παίρνουµε αυστηρά µέτρα προφύλαξης για οποιοδήποτε περιστατικό έχει συµπτώµατα -βήχα, δύσπνοια, πυρετό- τα οποία παροµοιάζονται µε τον COVID-19.

Ανέκαθεν, η δουλειά µας ήταν πολύ αγχωτική. ∆εν είναι τυχαίο ότι το προσωπικό στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας είναι το πρώτο σε Burn-out Syndrome, δηλαδή στο Σύνδροµο της Εξουθένωσης. H µέρα µου ξεκινά νωρίς το πρωί και τελειώνει αργά το βράδυ µε ένα συνεχόµενο άγχος για το τι θα γίνει µε τους αρρώστους: ποιος θα βγει από τη MΕΘ, αν θα µπορέσει να κρατηθεί αποσωληνωµένος, αν θα κάνει νέα λοίµωξη κ.ο.κ. Πολλές φορές, ξυπνάω µέσα στη νύχτα σκεπτόµενη τους ασθενείς. Χωρίς τη συµπαράσταση από τους δικούς µου ανθρώπους, σίγουρα δεν θα µπορούσα να αντεπεξέλθω. Γιατί ουσιαστικά η µόνη ανάπαυλα είναι εκείνες οι λίγες ώρες που επιστρέφω στο σπίτι και βρίσκω δυο-τρία άτοµα, τα οποία δείχνουν κατανόηση.

Σε ό,τι αφορά τους ασθενείς µε COVID-19 που νοσηλεύονται στις ΜΕΘ, όλη η αγωνία τους είναι να αναπνεύσουν. Συνέχεια µας λένε: “∆εν µου φτάνει ο αέρας, γιατρέ. Βοήθησέ µε”. Ύστερα, όταν αποσωληνώνονται, υπό την επήρεια φαρµάκων, είναι συγχυσµένοι. Νοµίζουν ότι βρίσκονται κάπου αλλού, ζητάνε πράγµατα που δεν είναι εφικτά. Θέλουν για παράδειγµα να σηκωθούν από το κρεβάτι και να πάνε στο σπίτι τους, χωρίς να έχουν τη δύναµη. Κάποιοι θεωρούν ότι τους έχουµε βάλει µε το ζόρι εκεί µέσα ή ότι τους έχουµε δέσει και δεν τους αφήνουµε να ηρεµήσουν.

Πιστεύω ότι αυτός ο ιός είναι µια καλή αφορµή για να καταλάβει όλος ο κόσµος τι σηµαίνει Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Όσο για το αύριο, ονειρεύοµαι να υπάρξουν στην Ελλάδα καταπληκτικές state-of-the-art Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και το περιβάλλον της δουλειάς µας να είναι ευάερο και ευήλιο. Τότε, θα είµαστε όλοι πάρα πολύ ευχαριστηµένοι».

Σπύρος Ζακυνθινός, Kαθηγητής Εντατικής Θεραπείας και Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, διευθυντής της Α΄ Κλινικής Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείο Ευαγγελισμός, πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας

«Αν δεν είχαν παρθεί µέτρα, θα είχε ξεκληριστεί ο µισός πλανήτης»

«Έχουµε νοσηλεύσει ανθρώπους ηλικίας από 45 µέχρι 86 χρονών. Σε γενικές γραµµές, είναι συνεργάσιµοι και πάρα πολύ φοβισµένοι. Καταλαβαίνουν ότι έχουν µια αρρώστια για την οποία δεν υπάρχει θεραπεία ακόµα. Ακούν ότι πεθαίνουν χιλιάδες από τον συγκεκριµένο ιό ανά τον κόσµο και σκέφτονται ότι έρχεται και η δική τους σειρά. Μεγάλο ρόλο στον φόβο αυτόν παίζει και το γεγονός ότι οι ασθενείς είναι αποµονωµένοι. ∆εν επιτρέπεται να τους δουν οι συγγενείς τους και εµείς µπαίνουµε µε τις στολές. ∆εν µπορούµε να τους χαµογελάσουµε ή να τους πιάσουµε το χέρι και να τους παρηγορήσουµε. Τους δίνουµε δικά µας tablets και τους µιλάµε έξω από το δωµάτιο µέσω κινητού τηλεφώνου για να δουν τα πρόσωπά µας. Αυτό έχει θετική ψυχολογική επίδραση πάνω τους. Μειώνεται ο πόνος. ∆υστυχώς, δεν µπορούµε να κάνουµε τη δουλειά µας ακριβώς όπως θα θέλαµε, γιατί οι στολές που φοράµε µας κάνουν δυσκίνητους.

Υπάρχουν ασθενείς που αρνούνται να διασωληνωθούν και όταν τους επισηµαίνουµε τη σοβαρότητα της κατάστασης µάς απαντούν: “Αφού αναπνέω καλά”. Χαρακτηριστικό αυτής της αρρώστιας είναι ότι µερικοί ασθενείς -όχι όλοι- δεν παρουσιάζουν συµπτώµατα δύσπνοιας.

Αυτό που µας τροµάζει µε τον συγκεκριµένο ιό είναι πως είναι ιδιαίτερα µολυσµατικός. Είµαι 35 χρόνια γιατρός και αυτό που καλούµαστε να αντιµετωπίσουµε τώρα δεν το έχω ξανασυναντήσει. Ποτέ άλλοτε δεν είχαµε µολυσµατική ασθένεια σε αυτή την κλίµακα. Με την υπόθεση ότι ένας άνθρωπος θετικός στον ιό µολύνει µέσα σε µία εβδοµάδα τουλάχιστον δυόµισι ανθρώπους γύρω του -µολύνει παραπάνω, αλλά ας πούµε αυτό το νούµερο-, σκεφτείτε ότι ύστερα από 15 µέρες οι µολυσµένοι φτάνουν τους 400! Η βαρύτητα των περιστατικών δεν µας τροµάζει. Καταφέραµε να βγάλουµε από τις ΜΕΘ ανθρώπους µεγάλης ηλικίας, πάνω από 95 χρονών. Μιλάµε για έναν άτιµο ιό, που κολλά από άνθρωπο σε άνθρωπο για πλάκα. Και αν δεν είχαν παρθεί τα απαραίτητα µέτρα, χωρίς καµιά αµφιβολία, θα είχε ξεκληριστεί ο µισός πλανήτης. Στους 100 πάσχοντες υπάρχουν άλλοι 1.000 από πίσω. Και λίγες χώρες έχουν ελέγξει µεγάλα ποσοστά πληθυσµού, όπως η Βόρεια και η Νότια Κορέα.

Οι Έλληνες γιατροί δεν χάσαµε την πίστη µας. Πιστεύω όµως ότι οι συνάδελφοί µας στην Ιταλία, την Ισπανία και τη Γαλλία το ένιωσαν. Μας στέλνουν µηνύµατα και περιγράφουν εικόνες απελπισίας, µε βαριά ασθενείς να νοσηλεύονται στους διαδρόµους των νοσοκοµείων, χωρίς κρεβάτι, και τους ίδιους να περνούν ανάµεσά τους σαν να βρίσκονται στον πόλεµο και να λένε: “Αυτός ζει, αυτός δεν ζει. Έχουµε έναν αναπνευστήρα για δέκα. Βάλ’ τον σε αυτόν που έχει παραπάνω πιθανότητες να ζήσει”.

Αυτήν τη στιγµή, στον Ευαγγελισµό υπάρχουν τέσσερις ΜΕΘ για τον κορονοϊό, µε 64 κρεβάτια συνολικά. Τα ωράριά µας είναι πλέον εξαντλητικά. Ξηµεροβραδιαζόµαστε µε τους ασθενείς. ∆ιπλασιάσαµε τα κρεβάτια στις ΜΕΘ και οι νοσηλευτές είναι σχετικά λίγοι, παρότι ήρθαν ενισχύσεις. Ο κόσµος µάς δίνει θάρρος για να συνεχίσουµε».

Πηγή: Down Town

Ακολουθήστε το Hospital News στο Facebook
Ακολουθήστε το Hospital News στο google news